ἐνστᾱλόω
ἐνστασία
ἔνστασις
ἐνστατέον
ἐνστάτης
ἐνστατικός
ἐνσταυρόω
ἐνστείνομαι
ἐνστέλλω
ἐνστενόομαι
ἐνστενοχωρέομαι
ἐνστερνίζομαι
†ἐνστεφανόω
ἐνστηθίζω
ἐνστήκω
ἐνστηλιζόω
ἐνστηλιτεύω
ἐνστηλογραφέω
ἐνστηλόω
ἔνστημα
ἐνστηματικός
ἐνστηνής
ἐνστηρίζω
ἐνστίζω
ἐνστίλβω
ἐνστιχάω
ἐνστοιβάζω
ἐνστομίζω
ἐνστόμιος
ἐνστόμισμα
ἐνστόρνυμι
ἐνστρατεύομαι
ἐνστρατοπεδεύω
ἐνστρέφω
ἐνστροβιλίζω
ἐνστρογγυλόομαι
ἐνστροφάομαι
ἐνστύφω
ἐνσυγκαταζέω
ἐνσύζυγος
ἐνσύμβολον
ἐνσυνάπτομαι
ἐνσυνέχομαι
ἐνσυλλάμβανομαι
ἐνσύνθηκος
ἐνσυντόμως
ἐνσφαιρόω
ἐνσφηκόω
ἐνσφηνόομαι
ἐνσφίγγω
ἐνσφονδύλια
ἐνσφρᾱγίζω
ἐνσφράγισις
ἐνσχάζομαι
ἐνσχεδιάζομαι
ἐνσχέδιος
ἐνσχερώ
ἐνσχηματίζω
ἐνσχίζω
ἐνσχισμός
ἔνσχιστος
ἐνσχολάζω
*ἔνσω
ἐνσῴζομαι
ἐνσωματίζομαι
ἐνσώματος
ἐνσωματόω
ἐνσωμάτωσις
ἔνσωμος
ἐνσών·
ἐνσωρεύω