δερμότυλον δερμύλλω Δέρνης *Δερξεύς Δερξίας δέρξις δέρον δέρος δέροτρον· Δερραῖοι δέρρη δερρίδιον δερρῐδόγομφος Δέρριμα Δέρριοι δέρριον Δερρίοπες Δερρίοπος δέρρις Δέρρις δερρίσκος δερριστήρ Δερσαῖοι δερτόν δέρτρον Δερτών Δέρτωσσα Δερφοί δέρω Δεσαρήτιοι δεσαύχην δεσέρτωρ δεσιγνᾶτος δέσις δεσκάλη δέσκαλος δεσμά δέσμα δέσμευσις δεσμευτήριον δεσμευτής δεσμευτικός δεσμεύω δεσμέω δέσμη δέσμημα δέσμησις δεσμίδιον δεσμίης δέσμιον δέσμιος δεσμίς δεσμολύτης δεσμολύτις δεσμόλυτος δεσμός δεσμότριχον δεσμοφυλακέω δεσμοφυλακία δεσμοφυλάκιον δεσμοφύλαξ δεσμόω δέσμωμα δεσμωτήριον δεσμωτήριος δεσμώτης δεσμωτικός δεσμῶτις δεσπόζω δέσποινα δεσποινικός