βαύκισμα
ἄλισμα
ἀποσκυβάλισμα
ἀγκάλισμα
ἐναγκάλισμα
ἀποκεφάλισμα
ἀσφάλισμα
Γλίσμα
ἀνασκέλισμα·
ἀλλήλισμα
δείλισμα
ἐμβόλισμα
ἀκροβόλισμα
αἰόλισμα
αὔλισμα
ἐναύλισμα
ἐκφαύλισμα
διύλισμα
ἐκκύλισμα
ἀποκύλισμα
ἀφύλισμα
ἀνακογχύλισμα
ἀποχύλισμα
γέμισμα
ἐνστόμισμα
ἐνόρμισμα
ἀποτηγάνισμα
βασάνισμα
ἅγνισμα
ἀνακτένισμα
ἐκτένισμ(α)
ἀποκτένισμα
αὐχένισμα
ἀναγκαίνισμα·
ἔγκνισμα
εἰκόνισμα
ἀπεικόνισμα
ἀντεικόνισμα
ἐνθρόνισμα
ἐγκάπνισμα
ἀγώνισμα
ἀνταγώνισμα
αἰώνισμα
διασαλακώνισμα
ἄθροισμα
ἄμφοισμα
διάπισμα
ἀπολέπισμα
γρίπισμα
ἔλπισμα
ἐγκατέλπισμα
ἀγλώπισμα·
ἐγκαλλώπισμα
γαργάρισμα
ἀναγαργάρισμα
ἀποκαθάρισμα
βαττάρισμα
ἀποχάρισμα
ἐνύβρισμα
ἄνδρισμα
ἀποθέρισμα
διαμέρισμα
ἀπόθρισμα
διόρισμα
διαπόρισμα
ἀφόρισμα
ἔκπρισμα
ἀπόπρισμα
ἐγκέντρισμα
ἀγαύρισμα
ἀγκύρισμα