ἀνθυπάρχω ἀνθυπατεία ἀνθυπατεύω ἀνθυπατιανός ἀνθυπατικός ἀνθύπατος ἀνθυπείκω ἀνθύπειξις ἀνθυπερβάλλω ἀνθυπερβάτως ἀνθυπερηφανέω ἀνθυπέρχομαι ἀνθυπηρετέω ἀνθυπήχησις ἀνθυπισχνέομαι ἀνθυποβάλλω ἀνθυπόδεικτος ἀνθυποδέχομαι ἀνθυποκρίνομαι ἀνθυποκρούω ἀνθυπολογέω ἀνθυπολογίζομαι ἀνθυπολογισμός ἀνθυπομνήσκω ἀνθυπόμνυμαι ἀνθυπομοσία ἀνθυποπτεύω ἀνθυπόρυξις ἀνθυπορύσσω ἀνθυπόστασις ἀνθυποστρέφω ἀνθυποστροφέω ἀνθυποστροφή ἀνθυποστρόφως ἀνθυποτείνομαι ἀνθυποτίθημι ἀνθυποτιμάομαι ἀνθυπουργέω ἀνθυπούργησις ἀνθυπουργία ἀνθυποφέρω ἀνθυποφορά ἀνθυποχωρέω ἀνθυποχώρησις ἀνθυφαίρεσις ἀνθυφαιρέω ἀνθυφίστημι Ἀνθώ ἀνθώδης ἀνθωροσκοπέω ἀνθωροσκόπος ἀνία ἁνία ἀνιάζω †ἀνιάκειν· Ἀνιακκάς Ἀνιάνα Ἀνιαράκαι ἀνιαρίζω ἀνιαροποιός ἀνιᾱρός Ἀνίαρτος ἀνιάρωσις Ἀνίας ἀνίασις ἀνίᾱτος Ἀνίατος ἀνιάτρευτος ἀνιατρεύω ἀνιατρολόγητος ἀνίατρος