διατέμνω διατενής διατέρπομαι διατερσαίνω διατεσσάρων διατεταγμένως διατεταμένως διατετηρημένως διατετμημένως διατετραίνω †διατεύονται· †διατεύοντο· διατήκω διάτηξις διατηρέω διατήρησις διατηρητέον διατηρητικός διατί διατίθημι διατιλάω διατίλλω διάτιλμα διατῑμάω διατίμησις διατιμητής διατιμητικός διάτιμος διατῐνάσσω διατινθᾰλέος διατιτράω διατίτρημι διατιτρώσκω διατιχ- διατλάω διατμέω διατμήγω διάτμημα διάτμηξις διατμητέον διατμίζω διάτοι διατοιχέω διάτοιχος διατομή διατόμιον Διατομῖται διάτομος διατόναιον διατονθορύζω διατονικός διατόνιον Διατόνιον διατονόομαι διάτονος διατοξεία διατοξεύομαι διατοξεύσιμος διατόξευσις διατόρευμα διατορεύω διατορέω διατορία διατορνεύω διάτορος διατραγεῖν διατραγῳδέω διατράμις διατρανόω διατρανῶς διατραχηλίζω