< διατραγῳδέω
διατρανόω >
διατράμις
,
ὁ, ἡ
• Grafía:
διάτραμις Hsch.
• Prosodia:
[-ρᾰ-]
• Morfología:
[ac. -ιν Stratt.84]
sent. obs.
de trasero desgastado
Stratt.l.c., Hsch.