ἀπηρυθριασμένως διακεκλασμένως ἐκκεκλασμένως δεδοκιμασμένως δεδοξασμένως διεσπασμένως ἀποπεφασμένως ἀπημφιεσμένως ἀπεξεσμένως ἐναπεσφραγισμένως διωργισμένως ἀπεφεισμένως εἰθισμένως βεβασανισμένως ἀπηυχενισμένως ἀπεσχοινισμένως διευκρινισμένως διαμεμερισμένως ἀφορισμένως διωρισμένως ἀφωρισμένως διακεχωρισμένως ἀποκεχωρισμένως ἀποτετερματισμένως ἀπαρτισμένως ἀπηρτισμένως ἀναπηρτισμένως ἀπεσχισμένως ἐνηρμοσμένως διεψευσμένως ἐγνωσμένως ἀπεγνωσμένως δεδολιευμένως διεσμιλευμένως βεβουλευμένως δεδημευμένως ἀποκεκινδυνευμένως διαλελυμένως ἐκλελυμένως ἀπολελυμένως αἰδουμένως ἀλληγορουμένως ἐκκεχυμένως διηκριβωμένως ἀπηκρῑβωμένως ἑδραιωμένως ἀπωσιωμένως ἀφωσιωμένως ἀνηπλωμένως ἑνωμένως γεγυμνωμένως ἐντετυπωμένως ἀποκεκληρωμένως διηρθρωμένως ἐνατενῶς ἐνορδίνως ἀείνως ἀδεινῶς ἀπροσκλινῶς ἀνόκνως δυσόκνως ἀπεριμερίμνως εἰκοσίμνως Ἑκατόμνως ἄννως ἀ[ζ]ηλοπραγμόνως ἀφιλοπραγμόνως ἀναιδημόνως ἐκπόνως [ἀμ]φιστόνως ἀνεπικινδύνως