< ἀπεριμάχητος
ἀπερίμετρος >
ἀπεριμερίμνως
adv.
descuidada
,
irreflexivamente
τὴν θύραν λελάκτικας
Ar.
Nu
.136, cf. Synes.
Dio
M.66.1117D, Cyr.Al.M.68.473A.