αὐταρχία
αὔταρχος
αὐταυτόθεν
αὐταυτοῦ
αὖτε
αὐτέγγυος
αὐτεῖ
Αὐτεινοί
αὐτέκμαγμα
αὐτέλεγκτος
αὐτένδυτος
αὐτενέργεια
αὐτενέργητος
αὐτενιαυτός
αὐτεξουσιάζω
αὐτεξούσιος
αὐτεπάγγελτος
αὐτεπαίνετος
αὐτέπαινος
αὐτεπιβούλευτος
αὐτεπίβουλος
αὐτεπίσκοπος
αὐτεπίσπαστος
αὐτεπιστασία
αὐτεπιστατέω
αὐτεπίστροφος
αὐτεπιτάκτης
αὐτεπιτακτικός
αὐτεπίτακτος
αὐτεπώνῠμος
αὐτερέτης
Αὐτεσίων
αὐτεφόδιος
ἀϋτέω
ἀϋτή
αὐτήκοος
αὐτῆμαρ
αὐτημερόν
Αὐτίᾱς
αὐτίκᾰ
αὖτις
αὐτίτης
αὐτμενώπης·
ἀϋτμή
ἀϋτμήν
Αὐτναῖος
αὐτοαγαθός
αὐτοαγαθότης
αὐτοαγένητος
αὐτοαγέννητος
αὐτοαγιασμός
αὐτοάγιος
αὐτοαγιότης
αὐτοαδάμας
αὐτοαεί
αὐτοάηρ
αὐτοαθανασία
αὐτοαΐδιος
αὐτοαίσθησις
Αυτοαίτᾱς
αὐτοαιών
αὐτοακατέργαστος
αὐτοαλήθεια
αὐτοαληθής
Αὐτοhάλτᾱς
αὐτοαμαρτία
αὐτοαναμάρτητος
αὐτοανεξοδίαστος
αὐτοάνθρωπος
αὐτοάνισος
αὐτοανόσιος