ἁγιοπρεπής ἀξιοπρεπής γυναικοπρεπής ἀγγελοπρεπής δουλοπρεπής εἰδωλοπρεπής ἀρρενοπρεπής ἀνθρωποπρεπής ἀνδροπρεπής ἐλευθεροπρεπής αἰσχροπρεπής βρεφοπρεπής δυσπρεπής βαρυπρεπής ἀρρεπής ἀμφιρρεπής βρᾰχυρρεπής ἀνωρεπής Ἀλειπής ἀμφιλειπής ἀνεκλειπής ἀνελλειπής ἀπολειπής 1 ἀλιπής 2 ἀλιπής ἀργῐλῐπής ἐκλιπής ἀνεκλιπής ἐλλῐπής ἀνελλιπής ἀνενλιπής ἁδρολῐπής γυναικοπίπης ἀθαλπής γεοθαλπής δυσθαλπής ἀελπής δορυμόλπης· ἀκαμπής δικαμπής δυσκαμπής βᾰθῠκαμπής ἀλαμπής διαλαμπής ἀειλαμπής αἰνολαμπής ἀκτινολαμπής ἀνισολαμπής ἔμπης γλωσσοκηλοκόμπης †Ἀγλαόπης ἀστεροπής ἐγκαρπής ἀτερπής βιοτερπής δημοτερπής εἰᾰροτερπής δυστερπής ἀγγόρπης· Βιδάσπης Ἀριάσπης Ἀστάσπης ἀρισπής αὐλοτρύπης δουρῐτῠπής ἀντιτυπής βᾰρυκτῠπής ἐντυπής γλαυκώπης ἀμβλωπής αὐτμενώπης·