ἀκαμπής, -ές
1 que no se dobla, rígido, inflexible
γόνυOrph.A.173, Nonn.Par.Eu.Io.11.44,
φλοιόςThphr.HP 3.10.4,
ἔγχοςNonn.D.36.19
•fig. inflexible, firme, resuelto
θυμόςOrph.A.999,
νοῦςPh.2.258,
λογισμόςPh.2.376,
βουλαίFun.Mon.1041.16 (II/III d.C.),
μῆνιςNonn.D.22.378,
πίστιςNonn.Par.Eu.Io.3.36,
ἀ. τίς εἰμιFronto Ep.21.1.
2 inevitable
ὥρης ἐκ ταύτης με σάωσον ἀκαμπέοςNonn.Par.Eu.Io.12.27.