Διάλκης
γυιαλκής
ἀναλκής
Διτάλκης
Ἀντάλκης
ἀρισταλκής
αὐτάλκης·
βαρυαλκής
Ἀμφάλκης
ἀχαλκής
ἀνελκής
δυσελκής
Δηϊόκης
ἀρκής·
ἀδάρκης
βιαρκής
διαρκής
γυιαρκής
ἐξαρκής
ἀπαρκής
ἀσαρκής
αὐτάρκης
ἀδερκής
ἁλιδερκής
δυσδερκής
γλῠκῠδερκής
ἀμβλῠδερκής
ἁλῐερκής
ἀνερκής
ἀμφερκής
ἀλικύρκης
ἀπεσκής
ἀβοσκής
ἀγλαυκής
Βύκης
βομβυκής
δευκής
ἀδευκής
ἐνδευκής
ἀγλευκής
ἐνιπευκής
ἀγλυκής
Ἀμιζώκης
ἀνεμώκης
Ἀρτώκης
ἁλής
Ἄλης
Ἀνδοβάλης
δαλής
ἀζαλής·
ἀϊθᾰλής
ἀειθᾰλής
Δαμιθάλης
αὐξῐθᾰλής
ἀρτῐθᾰλής
ἀμφιθᾰλής
αἰωνοθαλής
δυσθᾰλής
δουριαλής
ἀμφιαλής
Ἀρμακάλης
δᾰμάλης
ἀνωμαλής
ἀειπαλής
ἐκπαλής
δυσπᾰλής
Ἀρβουπάλης
ἀσᾰλής
ἀσταλής·
Ἀττάλης
ἀσφᾰλής