αὐτομολέω αὐτομόλης αὐτομόλησις αὐτομολία Αὐτόμολοι αὐτόμολος αὐτομόλπως αὐτόμορφος αὐτόνεκρος αὐτονοερός αὐτονοέω Αὐτονόη αὐτονόησις αὐτονόητος Αὐτονόμα αὐτονομαστί αὐτονομέομαι αὐτονομία αὐτόνομος Αὐτόνομος αὐτόνοος Αὐτόνοος αὐτονοῦς αὐτονυκτί αὐτονυχεί αὐτονῠχί αὐτονύχιος αὐτοξενεῖν· αὐτόξεστος αὐτοξηρότης αὐτόξυλος αὐτοοικία αὐτόολος αὐτοολότης αὐτοόμοιος αὐτοομοιότης αὐτοομοούσιος αὐτοόν αὐτοουρανός αὐτοουσία αὐτοούσιος αὐτοουσίωσις αὐτοπᾰγής αὐτοπάθεια αὐτοπαθέω αὐτοπᾰθής αὐτοπαίδευτος αὐτόπαις αὐτοπάμων αὐτοπαράκλητος αὐτοπάρακτος αὐτοπαραξία αὐτοπάρθενος αὐτοπαρουσίως αὐτόπαστος αὐτοπατήρ αὐτοπάτωρ αὐτοπέδη αὐτόπειρος †αὐτοπέλις· αὐτόπερας αὐτοπερίγραφος αὐτοπηγή αὐτοπήμων αὐτοπηρίτης αὐτοπικρία αὐτόπιστος αὐτοπλάστης αὐτοπλάτος αὐτόπλεκτος αὐτόπληθος