αὐτόπερας, -ατος, τό


límite absoluto en plu. τὰ πέρατα τῶν μεγέθων αὐοπέρατα ὄντα Simp.in Cat.337.31, αὐτοπέρατα τῶν περατούντων οὐ δεῖται Anon.in Cat.67.32.