βρῑθοσύνη βριθυεργός βρῑθύνοος βρῑθύς βρίθω Βριθώ βρίκαλα βρικάριος βρίκελος βρικίννη Βρικιννίαι Βρικιννιάτης βρικίσματα βρικός Βριλησσόν Βριλήττιος βριλών βριμάζω βριμαίνω βρῑμάομαι βρίμελος βρίμη βρῑμηδόν βρίμημα Βριμίας βριμόβρυχος βρῑμόομαι βρῑμός Βριμώ βριμώδης βρίμωσις †βρινδεῖν· βρίνθος †βρίννια· βρίξ· Βριξάβα Βριξάνται Βρίξελλοι Βρίξελλον Βριξία Βριουάτης Βρῖσα Βρῖσαι Βρισαῖος βρῑσάρμᾰτος *Βρισάτας βρῑσαύχην Βρῑσεύς Βρῑσηίς Βρίσης Βρισοάνας βρισόμαχος βρίσχος Βρίσων Βριτολάγαι Βριτόμαρις Βριτόμαρπις Βριτομάρτια Βριτόμαρτις Βριτόμαρτος βρίτον Βριτόρης βρίτος· Βριττ- βριτύ· Βρόγγος Βρογίταρος βρογχεῖον βρόγχη βρόγχια