Βόλβαι
Βολβαῖος
Βολβαιώτης
βόλβαξ
βολβάριον
Βόλβη
βολβίδιον
βόλβιθος
βολβίνη
βολβίον
βολβίσκος
βολβιτίνη
Βολβιτίνη
Βολβιτινίτης
Βολβίτινος
βολβιτίον
βολβιτίς
βόλβιτον
βολβιτόω
βολβιτώδης
βολβοειδής
βολβορυκτικός
βολβός
Βολβός
βολβοφακῆ
Βολβῠθίωτος
βόλβυθον
βολβώδης
βολβωρῠχέω
Βόλγιος
βολεός
Βολέριον
Βολέρων
βολε<τ>ισμός
†βολευταί
βολέω
βολεών
βολή
βολίδιον
βολίζη
βολίζω
βολιμάριος
βολιμοδικαστής
βόλιμον
βόλιμος
Βολιναῖος
Βολίνη
βόλινθος
βόλιον
βολίς
Βολίσκος
Βολισός
Βολισσεύς
Βολισσός
βολιστικός
βολίστρα
βολίταινα
βολίτινος
βόλῐτον
Βόλκων
βολλ-
βολμός·
Βολογ-
βολόγαισσος
Βολογεσίφορα
Βολογεσιφορεύς
Βολογεσσιεύς
βολοκτῠπίη
βόλομαι
1 βόλος