βραδύπορος
βᾰθύπορος
βουπόρος
βραχύπορος
Αὐτοκάνης ὄρος
δίσορος
εἰκόσορος
διάτορος
Βαλάτορος
Ἐκήτορος
διάκτορος
ἐκδέκτορος
ἄντορος
*ἈκοντορϜός
ἑκατόντορος
γυιοτόρος
†ἄπτορος·
ἀλάστορος
Ἀμάστορος
Δοροκόττορος
βούτορος
ἄφορος
γερεαφόρος
ἀμφορεᾱφόρος
ἁγιαφόρος
διάφορος
ἀδιάφορος
ἐκδιάφορος
ἐνδιάφορος
ἐκσημειαφόρος
βυβλιαφόρος
ἀγγελιαφόρος
δωδεκαφόρος
δυσανάφορος
βραδυανάφορος
ἀπαράφορος
*διφθεραφόρος
δεκαταφόρος
βραδυκατάφορος
ἀμετάφορος
δᾳδηφόρος
ἀγκαλιδηφόρος
ἀσπιδηφόρος
βελεηφόρος
ἀγαθηφόρος
ἀνθηφόρος
ἀκανθηφόρος
δῐκηφόρος
αἰγληφόρος
ἀθληφόρος
ἀπειληφόρος
βουληφόρος
ἑανηφόρος
βαλανηφόρος
δρεπᾰνηφόρος
βοτᾰνηφόρος
δαφνηφόρος
ἀχλοηφόρος
ἀστρᾰπηφόρος
ἐνᾰρηφόρος
γερηφόρος
ἀρρηφόρος
δεκᾰτηφόρος
δραγματηφόρος
αἱμᾰτηφόρος
γραμματηφόρος
ἀρετηφόρος
γαλακτηφόρος
βοτρυηφόρος
βροχηφόρος
δίφορος