δοώδεκα δυωδεκα- ἀλήλεκα βάλλεκα· ἕνεκᾰ εἵνεκα ἔννεκα Ἀφεκά δεδάηκα βῆκα ἅδηκα †δρυφαίνηκα· ἀραίρηκα ἀπείρηκα ἐνρωηκά Γαβάλαικα ἀνθολογικά ἁλουργικά ἀγωγικά Δίκα Ἀγχιδίκα ἀνδικα· εἷκα ἀπένεικα Ἄζικα Βαρυλλικά ἁνίκα ἀκχημονικά· ἀπέοικα ἀντίπροικα Ἀστούρικα Ἄφρικα ἐνδοματικά ἀδνατικά διωγμητικά ἀγνοητικά Ἁρμάκτικα ἀφαντικά βουβαστικά ἀκροβολιστικά αὐτίκᾰ Ἀργοναυτικά ἀγγαρευτικά Βουδουῖκα ἐντυχικά Ἄρακκα Ἀρδέρικκα γλύκκα· Ἀραδούκκα Ἀσπούκκα ἄλκα· Βουλκά Ἀσάνκα δοκά Ἀμάδοκα ἀνδοκά Γοργοδρᾰκοντοδόκα ἐνίοκα ἄλλοκα Δράστοκα ἄρκα βάρκα δάρκα δέδορκα· Βοῦρκα Ἀσκᾶ βάσκα Βασκά ἄκασκᾰ Βοΐσκα Ἄγρισκα