ἄρκα, -ης, ἡ


lat. arca

1 arca o sarcófago, IG 14.2327.4.

2 tesoro del Estado, fisco ἐπίτροπος Σεβαστοῦ ἄρκης Λιουϊανῆς IGR 4.1204.14 (Tiatira III d.C.), cf. 4.1213.4, φανερούσας ... τί ἐξ αὐτῶν εἰς τὴν ἄρκαν εἰσφέρεσθαι Iust.Nou.128.1.