ἀπέοικα
• Alolema(s): át. ἀπεικ- Antipho 2.2.5, Philostr.VA 3.34
• Morfología: [solo formas de perf.]
I
καὶ συνδραμεῖν οὐδὲν ἀπέοικεν ἀπὸ πολλῶν προσόντων τῷ ἀνδρὶ τὴν δόξανy no es extraño que a la reputación del hombre (Pericles) concurrieran muchas cualidades Plu.Per.8, cf. Lib.Decl.32.8
•esp. usado en part.
ἀπεοικυῖα τάξιςLongin.22.4,
καὶ τοῦτο δὲ ἀπεοικὸς πολίτῃ λέγεινSch.Er.Il.2.798 (p.170)
•en neutr. c. lítotes οὐκ ἀπεοικός verosímil, lógico, normal Hp.VM 4, Epid.4.3, Antipho 2.2.5, Plb.2.62.8, Philostr.VA 3.34.
2 ser diferente de c. gen.
ἡ Ἰνδῶν γῆ οὐκ ἀπέοικε τῆς ΑἰθιοπίηςArr.Ind.6.8,
ἀπέοικε δὲ οὐδὲν τοῦ ζητήματος τούτουHermog.Stat.4,
οὐδὲν ἀπεοιοκότες κυνῶν γενναίωνLib.Or.59.157
•c. dat.
ἵνα μὴ ἀπεοικὸς τῷ προσοδιακῷ γένηται τὸ ἀναπαιστικόνHeph.15.4.
3 ajeno a, indiferente, mal dispuesto
τίς ... ἀπεοικὼς πρὸς τὰ καλά;Plb.6.26.12.
II adv. ἀπεοικότως, ἀπεικότως ilógicamente, sin razón Th.1.73, 2.8, 6.55, 8.68, Phld.Vit.p.17, Rh.1.32, D.Chr.12.35, 31.116, Porph.Abst.1.46.