γοργονεύω
γοργόνη
Γοργόνη
Γοργονία
Γοργονιάς
γοργόνιον
Γοργόνιον
Γοργονώδης
Γοργόνωτος
γοργόομαι
γοργόπλοος
Γοργορωμεῖς
γοργός
Γόργος
Γοργός
γοργόσιον
γοργότης
Γοργοτομία
γοργόφθαλμος
Γοργοφόνη
Γοργοφόνος
Γοργῠθίων
Γόργυθος
Γοργύλος
γοργύνη
γοργυνθίας
γόργῡρα
Γόργυρα
Γοργυρεύς
γοργύριον
Γοργώ
Γοργών
Γοργώπας
γοργωπιάσκω
Γοργῶπις
γοργωπός
γοργώψ
γοργώψατο·
Γόρδα
†γορδελίζειν·
Γορδία
Γορδιάνεια
Γορδιανός
Γορδίας
Γόρδιον
Γορδιοπρῑλάριος
Γορδιοτειχίτης
Γορδιτανόν
Γόρδος
Γορδυαία
Γορδυαῖος
Γορδυηνή
Γορδυνία
Γόρδυς
Γόρζα
Γορζαῖος
Γορίλλαι
γόρνη
γορός
Γορπιαῖος
Γόρτῡν
Γορτυναία
Γορτῡνία
Γορτυνιάτης
Γορτυνικός
Γορτύνιος
Γορτῡνίς
*Γορτυνος
γόρτυξ
Γόρτῡς