αὐτοδᾰκής
αὐτοδάξ
αὐτοδεής
αὐτόδειπνος
αὐτόδεκα
αὐτοδεκάς
αὐτόδερμος
αὐτοδέσμητος
αὐτοδεσποτεία
αὐτοδεσποτέω
αὐτοδεσπότης
αὐτοδέσποτος
αὐτόδετος
αὐτόδηλος
αὐτοδημιούργητος
αὐτοδιακονέω
αὐτοδιακονία
αὐτοδιάκονος
αὐτοδιάλεκτος
αὐτοδιάλυτος
αὐτοδιαφορά
αὐτοδίδακτος
αὐτοδιδάσκω
αὐτοδιήγητος
αὐτοδίκαιον
αὐτοδικαιοσύνη
αὐτοδικέω
αὐτόδικος
Αὐτόδικος
αὐτόδιον
αὐτοδιπλάσιος
αὐτοδίπουν
αὐτόδοξα
αὐτοδοξάζομαι
αὐτοδόξαστον
αὐτοδοξία
αὐτόδορος
αὐτοδουλεία
αὐτοδρομέω
αὐτόδρομος
αὐτοδυάς
αὐτοδύναμις
αὐτοδύναμος
αὐτοδώρητος
αὐτοεθείρας·
αὐτοειδής
αὐτοεῖδος
αὐτόειμι
αὐτοειρήνη
αὐτοέκαστος
αὐτοέκτατος
αὐτοελέφας
αὐτοέλικτος
αὐτοέν
αὐτοενάς
αὐτοενέργεια
αὐτοενεργητικός
αὐτοενέργητος
αὐτοεννεάς
αὐτοεντεί
αὐτοέντης
αὐτοεντία
αὐτοένωσις
αὐτοεξάς
αὐτοεξούσιος
αὐτοεξουσιότης
αὐτοέπαινον
αὐτοεπίπεδον
αὐτοεπιστήμη
αὐτοέτει
αὐτοετεροούσιος