ἐντάξιμος, -ον


inserto, intercalado πρῶτα ἐπράχθη ... τὰ κατὰ Ἀνθίμου, ἅπερ καὶ ἐντάξιμα γέγονε τῶν παρὰ Πέτρῳ πεπραγμένων CCP (536) Act.5.3 (p.26.37), cf. Gloss.2.300.