ἐναναλίσκομαι
consumirse, agotarse Alex.Aphr.in Mete.81.6,
μὴ τοῖς ἀλλοτρίοις ἡμῶν ... τὴν πηγὴν τῆς διανοίας ἐναναλίσκεσθαιGr.Nyss.Hom.in Cant.277.6.
μὴ τοῖς ἀλλοτρίοις ἡμῶν ... τὴν πηγὴν τῆς διανοίας ἐναναλίσκεσθαιGr.Nyss.Hom.in Cant.277.6.