< ἀνεπιεικής
ἀνεπιζήτητος >
ἀνεπιζητησία
,
-ας, ἡ
desinterés
,
indiferencia
εὐθυμία δὲ χαρὰ ἐπὶ διαμονῇ ἢ ἀνεπιζητησίᾳ παντός
Andronic.Rhod.p.573.