διαμηρυκάομαι
• Alolema(s): διαμαρ- Chrys.M.53.45
rumiar fig.
τὰ ῥήματαChrys.l.c.,
διαμηρυκώμενονcomo interpr. del n. hebr. Taam, Origenes M.12.117C.
τὰ ῥήματαChrys.l.c.,
διαμηρυκώμενονcomo interpr. del n. hebr. Taam, Origenes M.12.117C.