διαμηρισμός, -οῦ, ὁ
práctica del coito intercrural plu., como tema de una parte de la
Πολιτείαde Zenón, Zeno Stoic.1.59,
σὺ μὲν τοὺς διαμηρισμοὺς ἔχε, μειράκιονCleanth.Stoic.1.137.
Πολιτείαde Zenón, Zeno Stoic.1.59,
σὺ μὲν τοὺς διαμηρισμοὺς ἔχε, μειράκιονCleanth.Stoic.1.137.