διαλικμάω
dispersar soplando, aventar completamente
τοὺς διαλικμήσαιμι ἅτε χνόον ὄντα θυέλλῃApoll.Met.Ps.17.91,
τὴν ... τέφραν εἰς τὸν Ῥόδανον ποταμὸνEus.M.20.1521D.
τοὺς διαλικμήσαιμι ἅτε χνόον ὄντα θυέλλῃApoll.Met.Ps.17.91,
τὴν ... τέφραν εἰς τὸν Ῥόδανον ποταμὸνEus.M.20.1521D.