ἀνεμώνη, -ης, ἡ–/+
anémona
Τυφωνίου μέλανος γραφή· ἀνε[μώ]νης, φλωγίτιδος, χυλοῦ κινάραςescrito con tinta de Tifón: anémona, carbúnculo, jugo de alcachofa P XII 97