ἔκφραξις, -εως, ἡ
medic. desobstrucción
τὸν ἐπὶ πληρώσει σπασμὸν ... ἰώμεθα χρώμενοι ... ἐκφράξει καὶ κενώσειSteph.in Hp.Aph.3.16.3, cf. Gal.10.775.
τὸν ἐπὶ πληρώσει σπασμὸν ... ἰώμεθα χρώμενοι ... ἐκφράξει καὶ κενώσειSteph.in Hp.Aph.3.16.3, cf. Gal.10.775.