ἔκπομα, -ματος, τό


copa πεποίηκε μόνον τὸν Νέστορα αἴροντα τὸ ἔ. Porph.ad Il.168.11, παρέθηκε τράπεζαν καὶ ἐκπόματά τινα Vit.Aesop.G 72, τὰ θανάσιμα φάρμακα διδοῦσιν γλυκέσιν ἐκπόμασιν Ath.Al.Diab.2, cf. Hsch.; cf. ἔκπωμα.