ἐνσηκάζομαι
apriscar en, encorralar en fig.
Χριστὸς ἐνσηκασάμενος ... ταῖς ... αὐλαῖς τὰς τῶν πιστευσάντων ἀγέλαςCyr.Al.M.69.244C, en v. pas.
οἱ διὰ Χριστοῦ ταῖς θείαις αὐλαῖς ἐνσεσηκασμένοιCyr.Al.M.69.840C.
Χριστὸς ἐνσηκασάμενος ... ταῖς ... αὐλαῖς τὰς τῶν πιστευσάντων ἀγέλαςCyr.Al.M.69.244C, en v. pas.
οἱ διὰ Χριστοῦ ταῖς θείαις αὐλαῖς ἐνσεσηκασμένοιCyr.Al.M.69.840C.