ἐναποτυπόω
reproducir, grabar en fig.
ἰδέανBasil.M.31.1353A, en v. pas.
φαντασία ἐναποτετυπωμένηChrysipp.Stoic.2.24.13,
αἱ μαθήσεις ταῖς τῶν ἔτι παιδίων ψυχαῖς ἐναποτυποῦνταιPlu.2.3e
•en v. med. mismo sent.
ἀνάγκη ... πάντα ἐναποτυποῦσθαι τὰ σώματα καὶ πολλὰ ἐναλλάττεινThphr.Sens.53 (= Democr.A 135),
τὴν τελειότητα τῆς καθάρσεως ἐναπετυποῦτο ὁ λόγοςHierocl.in CA 26.18.