ἐναποδείκνυμαι
• Morfología: [impf. 3a plu. ἐναπεδεικνύατο Hdt.9.58]
I intr. distinguirse entre
ὅτι οὐδένες ἄρα ἐόντες ἐν οὐδαμοῖσι ἐοῦσι Ἕλλησι ἐναπεδεικνύατοHdt.l.c.
II tr.
1 dar muestras de, exhibir, hacer gala de c. ac. de abstr. indic. actitudes positivas
τούτοις τὴν μεγίστην οἰκειότηταPlb.1.82.9,
τὴν αὑτοῦ ... εὔνοιαν ... εἰς τὸν ΠόπλιονPlb.10.34.10,
τὴν σπουδὴν ἣ[ν ἔχ]ων διατελεῖ [εἰς τὸ συ]μφέρον τὸ τῶν ΜαγνήτωνIM 61.46 (III/II a.C.),
προθυμίανI.AI 7.235,
τὴν πρὸς τὸ θεῖον εὐσέβειανISinuri 10.11 (imper.), tb. negativas
τὴν πατρῴαν ἔχθραν εἰς ῬωμαίουςPlb.3.12.4,
τὸ πρὸς τοὺς Ἕλληνας μῖσοςD.S.14.59, cf. D.H.Th.2.2.
2 mostrar, indicar
χωρίον τῆς πόλεωςClem.Al.Strom.5.11.76.