ἐλευθεριότης, -ητος, ἡ
comportamiento de hombre libre, liberalidad, generosidad junto a otras virtudes objeto de enseñanza
τὰ τῆς σοφρωσύνης εἴδη καὶ ἀνδρείας καὶ ἐλευθεριότητος καὶ μεγαλοπρεπείαςPl.R.402c, cf. Chrysipp.Stoic.3.67, Theo Al.in Ptol.320.21,
ἐ. καὶ μεγαλοψυχίαPlu.Aem.28, cf. Poll.3.118, Clem.Al.Strom.7.3.18, c. gen.
τὴν ἐλευθεριότητα τῆς ὑπουργίας ἐκείνης θεασάμενονPlu.Pomp.73, cf. Them.Or.23.291c, Gloss.Pap.1.16.160, c. ref. expresa al dinero
πρὸς τὴν τῶν χρημάτων ἐλευθεριότητα θαυμαστόςPl.Tht.144d,
(ἐ.) δοκεῖ δὲ εἶναι ἡ περὶ χρήματα μεσότηςArist.EN 1119b22, cf. MM 1186b22,
ἐχρῶντο τῇ πρὸς αὐτοὺς ἐλευθεριότητιPlu.Pel.3,
junto a ἀσωτία ‘despilfarro’ ἀγχίθυρος ... ἐλευθεριότητι δὲ ἀσωτίαSynes.Regn.6.