ἐκταυρίζω
tender, extender los caballos sus patas
ἵππος ... τὰ σκέλη τὰ ὄπισθεν ἐκταυρίζειHippiatr.Lugd.13, en v. pas.
ἐκταυριζομένων τῶν ἰνῶνHippiatr.Lugd.36.
ἵππος ... τὰ σκέλη τὰ ὄπισθεν ἐκταυρίζειHippiatr.Lugd.13, en v. pas.
ἐκταυριζομένων τῶν ἰνῶνHippiatr.Lugd.36.