ἐγχειρητικός, -ή, -όν
1 emprendedor
τοῦ Θίβρωνος ... ἐγχειρητικώτερος στρατηγόςX.HG 4.8.22.
2 adv. -ῶς de manera emprendedora
ποεῖ ἁ μὲν νεότας ἐ.Ps.Archyt.Pyth.Hell.14.20.
τοῦ Θίβρωνος ... ἐγχειρητικώτερος στρατηγόςX.HG 4.8.22.
ποεῖ ἁ μὲν νεότας ἐ.Ps.Archyt.Pyth.Hell.14.20.