< ἐγκοπή
ἔγκοπος >
ἐγκοπιάω
esforzarse
ἔργων τε ἐπιμελείαις καὶ κατασκευαῖς ἐνεκοπίασεν
IPE
1
2
.40.21 (Olbia II/III d.C.).