ἐγγυήτρια, -ας, ἡ


jur. garante, fiadora μετ' ἐγγυητρίας εἰς ἀπόδοσιν τοῦ ... χρέους PRainer Cent.107.4 (V d.C.), Ἰσ[ὰ]κ καὶ Ἰακ[κ]ῶβ γνήσιοι ἀδελφοὶ ... μετ' ἐγγυητρίας τῆς τούτων μητρός SB 9770.10, cf. 13860.6 (ambos VI d.C.).