ἄτρεπτος, -ον
I
ἡ οὐσίαChrysipp.Stoic.2.158,
φύσιςPh.1.78,
τὸ ὕδωρPlu.2.725b,
τὸ ὄνNumen.8,
ἢν φλεγμαίνῃ ... τὸ ἧπαρ ... ἄτρεπτον δὲ τὸ ἐς ἐργασίην ἔῃAret.SD 1.15.2,
ἡ ποιότηςAristid.Quint.131.22,
τὰ ... συμβαίνονταAristid.Quint.131.26,
ἡ ψυχήAst.Am.Hom.9.8.1,
μίαν ... ἄτρεπτον καὶ ἄχρονον ζωὴν διδόνταςPlot.4.4.10,
ἐξ ἀτρέπτου ... καὶ ἀεὶ ὡσαύτως μένοντος οὐκ ἂν γεννηθείη τιS.E.M.10.334
•firme, constante
φρόνημαI.BI 7.370,
προαίρεσιςPlu.2.799b,
αἴσθησιςS.E.M.7.160,
τὸ δοξάζεινPlot.3.6.4,
νοῦςPhilostr.Her.46.18,
νεύματαNonn.D.17.49
•de pers. impasible, indiferente
οὐδεὶς ἄ.Sm.Ib.15.15,
ἄ. ... πρὸς τὸ κακῶς ἀκούεινPlu.Alc.13,
τὸ πρόσωπον ἄ. ἦνde Sócrates, Luc.VH 2.23,
Μοῖρα Ἄ.Theol.Ar.5, cf. Ph.1.72, Polyaen.2.1.14, IG 9(2).317.2 (Tesalia III d.C.), Hld.2.24.6, Procop.Arc.13.16, frec. en lit. crist. de Dios, Iust.Phil.M.6.1284A, de la naturaleza divina
ἡ τοῦ θεοῦ φύσις ... ἄ.Epiph.Const.Haer.69.26, cf. Cyr.Al.M.74.965A, de la Trinidad y sus personas, Ath.Al.M.26.49B, Origenes Io.6.38,
ὁ δὲ υἱὸς ... ἄ. ἐξ ἀτρέπτουAth.Al.M.25.205A, 26.542A,
ἄ. ζωήOrigenes Io.2.17
•c. gen. indiferente ante
Ἡρακλῆς μὲν ἄ. μένει τοῦ θεάματοςPhilostr.Im.2.15.4
•subst. τὸ ἄ. inmutabilidad
ὥσπερ θεοῦ τὸ ἄτρεπτον εἶναιPh.1.72,
κατέχειν δὲ μόνον αὐτοῦ τὸ μεγαλουργὸν καὶ ἄτρεπτονAgath.5.18.6, cf. Clem.Al.Strom.1.24.163, Ath.Al.M.26.592B.
2 que no admite cambio, irreparable
ἐπεὶ τὰ παρελθόντα πάντα ἄτρεπτά ἐστιArist.Mu.401b19,
ἀτρέπτοιο λυτήριον ... φόνοιοA.R.4.704.
3 no transformado, no digerido
ἡ τροφὴ ἄπεπτος, ἄ.Aret.CD 2.7.1,
ὠμῶν δὲ καὶ ἀτρέπτων ἡ ἀνάδοσιςAret.SD 1.16.2,
οὐ μόνον ἀτρέπτων καὶ ἀμεταβλήτων κατὰ ποιότητα μεινάντωνGal.16.800.
II adv. -ως
1 inmutablemente
ἀ. ἔχειIust.Phil.Qu.et Resp.M.6.1284A
•inflexible, rígidamente, inexorablemente
οἱ δὲ ἀ. πάντας φονεύσαντεςI.BI 7.396,
ἀ. καὶ ἀπαραιτήτως ἔχειPh.2.87,
ἀ. ... ὑπομεῖναι τῷ ἐλέει τοῦ ΘεοῦBasil.Ep.79.
2 sin vacilación
τοῦ δὲ ἀ. πάντα διηγομένουD.S.34/35.2, cf. Ph.1.112,
(μῦς) μάλα ἀ. ἐπινήχεσθαιAel.NA 17.17.