ἁρμοστός, -ή, -όν
I
περὶ ὃν (ἄξονα) περικείσθω ἁρμοστὴ σύριγξHero Spir.1.16,
ἁρμοστὸν πῶμα τῇ ... πυξίδιHero Spir.1.21, cf. Aut.10.3, 16.1, Dioptr.194.4, 196.21, 200.7, gener.
πίθον ... ἁρμοστὸν κατὰ τὸ πλάτος τῷ μετάλλῳPlb.21.28.12,
ἁρμοστὸν δ' ἐπίθημα ποιήσαντεςD.S.3.14, cf. 17.66.
2 fig. de cosas y abstr. conveniente, adecuado
καὶ μοι λέγειν τοῦτ' ἐστὶν ἁρμοστόνPhilem.3.4,
περὶ ἀφροδισίων ἁρμοστὸν εἶναι ἐν τῷ οἴνῳ μνείαν ποιεῖσθαιPers.Fr.Hist.4,
τάν τε [φι]λίαν ἁρμοστὰν ἐῶσαν διακαθεξίομενICr.3.3.2.3 (Hierapitna III a.C.),
ἐν ψυχροῖς τόποις ... ἢ ἐν θερμοῖς ἢ ἐν ἁρμοστοῖς παρὰ τὴν κρᾶσιν τῶν ὡρῶνMen.Rh.347.26.
3 lat. sponsa, Gloss.2.245.
II adv. -ῶς
1 ajustadamente
χοινικίδες ... εὐλύτως καὶ ἁ. ... στρεφόμεναιHero Aut.11.2, cf. 2.8.
2 convenientemente
ἔχεινPlu.2.438a (cód.).