< ἁρματοθεσία
ἁρμᾰτόκτυπος >
ἁρματοκολλιστής
,
-οῦ, ὁ
constructor de carros
,
carrero
,
PHarris
97.3 (IV d.C., o quizás -κολλητ- en
BL
3.80).