ἀτρᾰπῐτός, -οῦ, ἡ
• Alolema(s): ἀταρπιτός Il.18.565, Od.17.234, Nonn.D.38.225
• Grafía: graf. ἀτραπητός AB 460
• Prosodia: [ᾰ-]
1 senda, sendero
μία δ' οἴη ἀ. ἦεν ἐπ' αὐτήνIl.l.c.,
ἀτραπιτοί τε διηνεκέεςOd.13.195,
οὐδέ μιν ἐκτὸς ἀταρπιτοῦ ἐστυφέλιξενOd.l.c.,
δι' ἀτραπιτοῖο μεθ' ἱερὸν ἄλσος ἵκοντοA.R.4.123,
Αἰακέ, [σ]ημήναις ἡ θέμις ἀτραπιτόνISmyrna 513.10 (II a.C.),
ἀτραπιτὸν πρὸ πόληος ... τεῦξενSEG 27.847.2 (Ancira IV d.C.), cf. Call.Del.74, A.R.4.1173, IMEG 5.2, 7.8, 35.2 (todas heleníst.), Rhian.72.1, Opp.C.1.484, 490, 2.208, 4.433, Apoll.Met.Ps.9.26, 100.6, Nonn.Par.Eu.Io.4.6, 13.33, AB l.c.
2 fig. travesía, ruta
πρὸς οὐρανίας ... ἀτραπιτούςpara su asalto al cielo de los Gigantes, Archimel.SHell.202.8,
ἀ. βιότουGVI 1485.2 (Mileto I/II d.C.)
•sendero, doctrina
Πλατωνείους θρέψαν ὑπ' ἀτραπιτούςGVI 1451.6 (Rodas III/II a.C.), de la filosofía de Heráclito
μάλα τοι δύσβατος ἀ.AP 9.540 (Anon.).