ἀσύλληπτος, -ον
I
2 anticonceptivo
φάρμακονAët.16.17,
φίλτρονCyran.2.7.21.
II no capturado
φυλάττειν αὐτὸν ἀσύλληπτονIust.Phil.Qu.et Resp.M.6.1372C.
φάρμακονAët.16.17,
φίλτρονCyran.2.7.21.
φυλάττειν αὐτὸν ἀσύλληπτονIust.Phil.Qu.et Resp.M.6.1372C.