ἀστοχία, -ας, ἡ
1 falta de tacto
εἰς τηλικαύτην ἀστοχίαν ἐνέπεσεPlb.7.5.6, cf. 7.3.3
•falta de reflexión, imprudencia
ἀστοχία τοῦ προεστῶτοςPlb.2.33.8.
2 fracaso, malogro, desacierto
ἡ γὰρ ἄγνοια τῶν ἠθῶν ἀστοχίας φέρειPlu.2.800a,
ἀστοχίας ἐν τοῖς ἔργοις ποιοῦντεςCat.Cod.Astr.2.162.6,
συναθυμεῖν τε ταῖς ἀστοχίαιςBasil.M.31.1392B, cf. Aristo Phil.14.8.8, Luc.Am.16, Lyd.Mag.52.