< ἄρκτιος
ἀρκτόμορφος >
ἀρκτοκύων
,
-κυνός, ἡ
oso-perro
ἄρκτον κυνὶ συνελθοῦσαν ἐξ ὧν ἕλκει τὸ γένος ἃς καλοῦσιν ἀρκτόκυνας
Tim.Gaz. en Ar.Byz.
Epit
.2.273.