ἀπότρεπτος, -ον


abominable τῶν πολλῶν ἀπότρεπτά ἐστι τὰ ὀνόματα Them.Or.13.170c
c. inf. rechazable ἀπότρεπτον πράγματος κατάρχεσθαι Heph.Astr.Epit.2.3.74.