ἀπόμοιρα, -ας, ἡ


I 1porción, parte ἔχουσιν ἀπόμοιραν τῆς σῆς εὐπραξίας E.Ep.4.31, διέπεμψε ... ἀπομοίρας λαφύρων I.AI 6.367, cf. 5.326, πενιχρομένοισι θέρους ἀπόμοιραν ἰάλλει Orac.Sib.3.245, χρημάτων Procop.Gaz.M.87.1376A
de ejércitos o pueblos τῶν Φράγγων Agath.1.17.4, cf. 2.12.7, Zos.3.6, θείας ἀπομοίρας μέτοχος del ser humano, M.Ant.2.1.

2 tributo o renta para el mantenimiento del culto de los monarcas helenísticos τῆς [σιτ]ηρᾶς ἀπομοίρας TAM 2.1.15 (Telmeso III a.C.), cf. PRev.Laws 25.12, 15, 27.3, 17, 28.14 (III a.C.), PEleph.14.3 (III a.C.), τὰς καθηκούσας ἀπομοίρας τοῖς θεοῖς (e.e. los reyes helenísticos) ἀπὸ τῆς ἀμπελίτιδος ... καὶ τῶν παραδείσων OGI 90.15 (Roseta II a.C.), Sch.A.Th.177b, mantenido en época imperial τῆς χώρας ἀ. I.AI 15.133, cf. PLond.195.9 (I d.C.), PFay.41.1.13, 2.13, 190 (II d.C.), PAnt.199.24, SB 9899b.16.

II distribución, reparto τοῖς μὴ πορευομένοις εἰς ἀπόμοιραν ID 445.9 (II a.C.).