ἀπροφάσιστος, -ον
• Prosodia: [-ᾰ-]
I
προθυμίαTh.6.83,
θάνατοςE.Ba.1002,
σύμμαχοιX.Cyr.2.4.10,
συνεραστήςTimocl.8.6,
ἀπροφασίστους αὑτοὺς παρεισχημένοι ἐν παντὶ καιρῷIG 5(1).1146.31 (I a.C.),
συναγωνισταίPlb.10.34.9, irónico
ὁ κόλαξPlu.2.62c, 64e
•que no da rodeos
ἄμφω δ' ἀπροφάσιστα τὸν οἴκαδε νόστον ἀφέντεςAP 7.721 (Chaeremo)
•neutr. como adv. sin motivos, sin excusa
ἀπροφάσιστον ἐπέστενενAP 5.250 (Paul.Sil.).
2 inexcusable, inevitable
κακίαPlu.Cat.Mi.44,
ἧτταPlu.2.742c.
II adv. -ως decididamente, sin vacilar
ἐπικουρεῖνTh.1.49, D.C.38.39.5,
παρασκευασθῆναιTh.6.72,
συναγωνίζεσθαιIG 22.558.12 (IV a.C.),
τὸ ἀποφασίστος (sic) φαίνεσθαιIM 38.21 (III a.C.),
τὰ δίκαια ποιεῖνPPetr.2.32.2a.28 (III a.C.),
διδοὺς ... τὰ συμφέροντα τῇ πόλειISestos 1.19 (II a.C.),
ἀ. ἐκπληρῶ τὰ πρόσλοιπαPRyl.66.8 (II a.C.),
οἱ μὲν ἐχορήγουν κατὰ γῆν ἀ.Plb.1.55.4,
μετέχειν ἀ. καὶ προθύμωςPlu.2.64d,
ὅτι πολλὰς χρείας παρείσχηται ἀ.ID 1519.7 (II d.C.),
εἰσεδεχόμην ἀ.Aristaenet.2.16.6
•clara, abiertamente
δουλεύονταSimon.108
•sin falta, regularmente
ἐπιφαινομένων τῶν καταμηνίων ἀ.Hp.Prorrh.2.24.