ἀποτροφή, -ῆς, ἡ
manutención, sustento
μηδεμία ἀ.D.H.7.28 (var.), esp. en pap. tard.
(οὐσία) ἐξ ἧς ἔχω τὰς ἀναγκαίας μου ἀποτροφάςPSI 76.6 (VI d.C.),
ὑπὲρ ἀποτροφῆς ἑκάστουPAmh.153.6, 12, 14 (VI d.C.), cf. POxy.1895.13 (VI d.C.).
μηδεμία ἀ.D.H.7.28 (var.), esp. en pap. tard.
(οὐσία) ἐξ ἧς ἔχω τὰς ἀναγκαίας μου ἀποτροφάςPSI 76.6 (VI d.C.),
ὑπὲρ ἀποτροφῆς ἑκάστουPAmh.153.6, 12, 14 (VI d.C.), cf. POxy.1895.13 (VI d.C.).